ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ 2021
Ακαδημαϊκή μονάδα
Σχολή Επιστημών Υγείας
Τμήμα Ιατρικής
ΠΜΣ Γενική και Εξειδικευμένη Παιδιατρική: Κλινική Πράξη και Έρευνα
Κατεύθυνση Γενική και Εξειδικευμένη Παιδιατρική: Κλινική Πράξη και Έρευνα
Βιβλιοθήκη κατάθεσης
Βιβλιοθήκη και Κέντρο Πληροφόρησης
Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας
Ημερομηνία κατάθεσης
01/12/2021
Έτος εκπόνησης
2021
Τριμελής Εξεταστική Επιτροπή
Αθανάσιος Μίχος, Αναπληρωτής Καθηγητής, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Δέσποινα Μπριάνα, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Βασιλική Συριοπούλου, Ομότιμη Καθηγήτρια, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Πρωτότυπος Τίτλος
Επιδημιολογία του συνδρόμου Kawasaki σε τεταρτοβάθμιο νοσοκομείο
Γλώσσες εργασίας
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος
Epidemiological characteristics of patients with Kawasaki disease in a Greek tertiary hospital
Περίληψη
Ελληνικά:
ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Η νόσος Kawasaki είναι μία οξεία, αυτοπεριοριζόμενη εμπύρετη νόσος άγνωστης αιτιολογίας που επηρεάζει κατά κύριο λόγο παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών. Χαρακτηρίζεται από συστηματική φλεγμονώδη αντίδραση των μεσαίου μεγέθους αρτηριών προσβάλλοντας κυρίως τις στεφανιαίες αρτηρίες, γεγονός που αποτελεί και την κυρίαρχη αιτία επίκτητης καρδιοπάθειας σε αυτά τα παιδιά. H αιτιοπαθογένεια της αγγειίτιδας Kawasaki παραμένει άγνωστη αν και νέες μελέτες υποστηρίζουν ότι ένα άγνωστο αντιγόνο, πιθανότατα ιός, που συνήθως προκαλεί ασυμπτωματική λοίμωξη, προκαλεί τη νόσο Kawasaki σε ένα σύνολο γενετικά προδιαθετειμένων παιδιών. Σύμφωνα με την Αμερικανική Καρδιολογική Ένωση θεραπεία εκλογής αποτελεί η χορήγηση μίας υψηλής δόσης ενδοφλέβιας γ σφαιρίνης καθώς και μιας υψηλής δόσης ασπιρίνης κατά την οξεία φάση της νόσου μειώνοντας περίπου κατά 5% το ποσοστό των καρδιαγγειακών επιπλοκών. Η αθεράπευτη νόσος έχει βρεθεί ότι συσχετίζεται με την ανάπτυξη ανευρυσμάτων στα στεφανιαία αγγεία σε ποσοστό ασθενών 15-25% που θα οδηγήσει πιθανά σε έμφραγμα του μυοκαρδίου και θάνατο. Αντίθετα, η έγκαιρη έναρξη θεραπείας μπορεί να μειώσει τις διαστάσεις των στεφανιαίων ανευρυσμάτων από 25% σε 4 %.
ΣΚΟΠΟΣ: Η αξιολόγηση των επιδημιολογικών χαρακτηριστικών, των κλινικών συμπτωμάτων και των εργαστηριακών ευρημάτων που προδιαθέτουν σε επιπλοκές στο καρδιαγγειακό σύστημα των παιδιών που νοσηλεύτηκαν με τυπικό ή άτυπο Kawasaki.
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: Πρόκειται για αναδρομική μελέτη κοόρτης, κατά την οποία μελετήθηκαν τα ιατρικά αρχεία παιδιών με σύνδρομο Kawasaki, που νοσηλεύτηκαν στο τεταρτοβάθμιο νοσοκομείο Παίδων «Αγία Σοφία» στην Αθήνα, κατά το χρονικό διάστημα από τον Ιανουάριο 2011 ως το Δεκέμβριο 2018. Η διάγνωση του συνδρόμου και ο προσδιορισμός των καρδιαγγειακών επιπλοκών βασίστηκε στα κριτήρια της Αμερικανικής Καρδιολογικής Ένωσης (έτος 2017).
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: 61 παιδιά κάτω των 14 ετών διαγνώστηκαν με Kawasaki, 31 (50,8%) από αυτά πληρούσαν τα κριτήρια για το τυπικό σύνδρομο, ενώ 30 παιδιά (49,2%) θεωρήθηκαν με την άτυπη μορφή. Η παρουσίαση των περιστατικών εμφάνισε εποχιακή κατανομή νωρίς το χειμώνα (Δεκέμβριος 11,5%) και την άνοιξη (Μάρτιος 16,4% , Μάιος 11,55%). Αυξημένη τιμή της SGPT κατά τη διάρκεια της νοσηλείας συσχετίστηκε με επιπλοκές στο καρδιαγγειακό (P=0,027) και ήταν πιο συχνό στην τυπική εκδήλωση του συνδρόμου σε σχέση με την άτυπη (P=0,019). Από τα άτυπα περιστατικά 46,7% των παιδιών διαγνώστηκαν με καρδιαγγειακές επιπλοκές σε σχέση με το 38,7% των τυπικών μορφών, αλλά χωρίς στατιστικά σημαντική διαφορά (P=0,54).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Αυξημένο ποσοστό άτυπων μορφών του συνδρόμου Kawasaki διαγνώστηκαν και παρουσιάστηκαν στη μελέτη μας σε σύγκριση με άλλες μελέτες για το καθορισμένο χρονικό διάστημα . Καρδιαγγειακές επιπλοκές ήταν συχνότερες στον πληθυσμό με την άτυπη εκδήλωση σε σχέση με την τυπική.
Αγγλικά ή άλλη γλώσσα:
BACKGROUND: Kawasaki disease in an acute, self-limited febrile illness of childhood, mainly occurs in children under the age of 5 years. KD is characterized by systemic inflammation in all the medium-sized arteries and due to the predominant complications in the coronary arteries, it constitutes the leading cause of acquired heart disease in these children. The pathogenesis of KD remains unknown. Although, recent studies strongly support infection with a viral agent that usually results in asymptomatic infection, causing KD in a small subset of genetically predisposed children. The American Heart Association currently recommends treatment with a single, high dose of intravenous globulin and high-dose aspirin during the acute phase of the illness. If untreated, approximately 15–25% of children develop coronary artery aneurysms, which may lead to myocardial infarction and death. On the contrary, immediate initiation of therapy diminishes the size of aneurysms from 25% to 4%.
AIM: The assess of epidemiological characteristics, clinical symptoms and laboratory findings predisposing to cardiovascular complications in children hospitalized with typical and atypical KD.
METHODOLOGY: This is a retrospective analysis of the medical data from children with KD, admitted to a tertiary pediatric hospital in Athens, from January 2011 to December 2018. The KD diagnosis and the definitions for cardiovascular complications was based on the American Heart Association criteria (2017).
RESULTS: 61 children younger than 14 years were diagnosed with KD, 31 children (50,8%) were considered as typical KD, while 30 children (49,2%) were atypical cases. The presentation of cases showed a distribution in early winter (December 11,5% ) and spring (March 16,4%, May 11,55%). An elevated SGPT concentration during hospitalization was associated with cardiovascular complications (P=0,027) and was more common in typical KD than in atypical (P=0,019). From the atypical KD children 46,7% were diagnosed with cardiovascular complications in relation to 38,7% of typical, but with no statistical difference(P=0,54).
CONCLUSIONS: An increased percentage of atypical KD cases comparing with other studies was diagnosed during the study period. Cardiovascular complications were more prevalent in the atypical than the typical KD cases.
Κύρια θεματική κατηγορία
Επιστήμες Υγείας
Λέξεις-κλειδιά
Ελληνικά:
Στεφανιαία αγγεία, Σύνδρομο Kawasaki, Άτυπο Kawasaki, Επιδημιολογία, Καρδιαγγειακές επιπλοκές
Αγγλικά ή άλλη γλώσσα:
Coronary arteries, Kawasaki syndrome, Atypical Kawasaki, Epidemiology, Cardiovascular complications
Αριθμός σελίδων
60
Ευρετήριο
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου
–
Εικονογραφημένη
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών
149
Ψηφιακά Αρχεία
Πρόσβαση από 07/06/2022
Μόνιμη διεύθυνση
https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/object/2967534
Δημοσίευση
Υπό Δημοσίευση
Ακαδημαϊκή μονάδα
Σχολή Επιστημών Υγείας
Τμήμα Ιατρικής
ΠΜΣ Γενική και Εξειδικευμένη Παιδιατρική: Κλινική Πράξη και Έρευνα
Κατεύθυνση Γενική και Εξειδικευμένη Παιδιατρική: Κλινική Πράξη και Έρευνα
Βιβλιοθήκη κατάθεσης
Βιβλιοθήκη και Κέντρο Πληροφόρησης
Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας
Ημερομηνία κατάθεσης
30/11/2021
Έτος εκπόνησης
2021
Τριμελής Εξεταστική Επιτροπή
Περδικάρης Παντελεήμων, Επίκουρος Καθηγητής, Τμήμα Νοσηλευτικής, ΠΠ
Δούσης Ευάγγελος, Aναπληρωτής Καθηγητής, Τμήμα Νοσηλευτικής ΠΑΔΑ
Μοσχόβη Μαρία, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Πρωτότυπος Τίτλος
Προσδιορισμός από τους γονείς των συμπτωμάτων που σχετίζονται με τη θεραπεία σε παιδιά με καρκίνο
Γλώσσες εργασίας
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος
Treatment-related symptom profiles in children with cancer according to their parents’ perspectives
Περίληψη
Ελληνικά:
ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Τα σωματικά και ψυχολογικά συμπτώματα, που βιώνουν τα παιδιά που υποβάλλονται σε θεραπεία, παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία και επηρεάζουν την ποιότητα ζωής αυτών και των οικογενειών τους. Η αξιολόγηση των συμπτωμάτων από τους γονείς, που είναι οι κύριοι φροντιστές των παιδιών, κρίνεται ιδιαιτέρως σημαντική.
ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπός της παρούσας ανασκόπησης της διεθνούς βιβλιογραφίας ήταν να μελετήσει τα συμπτώματα που βιώνουν τα παιδιά με καρκίνο και υποβάλλονται σε θεραπεία, όπως προσδιορίζονται και βιώνονται από τους γονείς, που είναι οι κύριοι φροντιστές τους από τη διάγνωση της νόσου, τη θεραπεία αλλά και μετά την ολοκλήρωση αυτής.
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: Πραγματοποιήθηκε συστηματική ανασκόπηση της διεθνούς βιβλιογραφίας στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων PubMed, Cinahl και Scopus με τις λέξεις κλειδιά chemotherapy (χημειοθεραπεία), paediatric cancer (παιδικός καρκίνος), parents (γονείς), perspectives (αντιλήψεις), radiotherapy (ακτινοθεραπεία), symptoms (συμπτώματα) και treatment (θεραπεία). Κριτήρια επιλογής των μελετών ήταν: (1) οι μελέτες να αφορούν στην αξιολόγηση των συμπτωμάτων που βιώνουν τα παιδιά με καρκίνο τα οποία υποβάλλονται σε θεραπεία, όπως προσδιορίζονται και βιώνονται από τους γονείς, (2) οι εκβάσεις των μελετών να αναφέρονται στα συμπτώματα που βιώνουν πιο συχνά τα παιδιά με καρκίνο και (3) οι μελέτες να είναι πρωτογενείς και δημοσιευμένες στην αγγλική και ελληνική γλώσσα από 01/01/2010 έως 31/12/2019.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Από την ηλεκτρονική αναζήτηση της διεθνούς βιβλιογραφίας, προέκυψαν 246 μελέτες, εκ των οποίων 12 συμπεριελήφθησαν στην ανασκόπηση. Σύμφωνα με τις αναφορές των γονέων, τα πιο συχνά εμφανιζόμενα συμπτώματα στα παιδιά, ήταν η ναυτία, ο έμετος, η κόπωση, ο πόνος και η απώλεια όρεξης για τη λήψη τροφής. Τα πιο ενοχλητικά-επιβαρυντικά συμπτώματα φαίνεται να ήταν ο πόνος, η ναυτία η ανησυχία για τη λήψη θεραπείας και τις ανεπιθύμητες ενέργειες της και η αποχή από δραστηριότητες με φίλους. Συγκρίνοντας τις αναφορές γονέων-παιδιών, παρατηρήθηκε πιο συχνή αναφορά της θλίψης και της κόπωσης από τους γονείς. Σε πολλές περιπτώσεις, οι αναφορές συμφωνούσαν στην αναγνώριση του συμπτώματος, αλλά όχι στην συχνότητα εμφάνισης του.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Τα παιδιά που πάσχουν από καρκίνο καλούνται να αντιμετωπίσουν πολυάριθμα συμπτώματα κατά τη διάρκεια της θεραπείας ή μετά την ολοκλήρωση της. Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι γονείς είναι οι κύριοι φροντιστές των παιδιών, κρίνεται αναγκαίο να πραγματοποιηθούν περισσότερες μελέτες προκείμενου να διαπιστωθεί αν υπάρχει καλή συμφωνία μεταξύ των αναφορών των γονέων και των παιδιών. Η σωστή και έγκαιρη αναγνώριση των συμπτωμάτων συμβάλλει στην αντιμετώπισή τους και κατ’ επέκταση στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των παιδιών με καρκίνο.
Αγγλικά ή άλλη γλώσσα:
BACKGROUND: The physical and psychological symptoms, experienced by children undergoing treatment, vary widely. The evaluation of the symptoms by the parents, who are the main caregivers of the children, is considered particularly important.
AIM: The purpose of this review of the international literature was to study the symptoms experienced by children with cancer who undergoing treatment, as identified and experienced by parents, who are the main caregivers of them from the time of diagnosis of the disease, treatment and after completion of treatment.
METHODOLOGY: A systematic review of the international literature was performed in the following databases PubMed, Cinahl and Scopus with the following keywords: chemotherapy, perspective, parent, cancer of childhood, radiotherapy, symptoms and treatment. Inclusion criteria were: (1) studies that evaluate the symptoms experienced by children with cancer undergoing treatment, as identified and experienced by the parents, (2) outcomes of the studies should be the symptoms experienced by children with cancer and (3) being primary studies and being published in English and Greek from 01/01/2010 to 31/12/2019.
RESULTS: From the review of the international literature, 246 studies emerged, 12 of which were included in the review. According to the parents’ reports, the most common symptoms in children, were nausea, vomiting, fatigue, pain and loss of appetite. The most annoyingaggravating symptoms seemed to be pain, nausea, anxiety about taking treatment and its side effects, and abstaining from activities with friends. Comparing parent-child reports, grief and fatigue were reported more frequently by parents. In many cases, parents and children identified the same symptom but did not report the same frequency of its occurrence.
CONCLUSIONS: Children with cancer are facing a number of symptoms during or after treatment. Given that parents are the primary caregivers of children, it is of great importance that more studies should be conducted to assess the level of agreement between parent-child reports. Proper and in time recognition of symptoms contributes to their treatment and consequently to the improvement of the quality of their life.
Κύρια θεματική κατηγορία
Καρκίνος της παιδικής ηλικίας
Λέξεις-κλειδιά
Ελληνικά:
Ακτινοθεραπεία, αντιλήψεις, γονείς, θεραπεία, καρκίνος στην παιδική ηλικία, συμπτώματα, χημειοθεραπεία
Αγγλικά ή άλλη γλώσσα:
Chemotherapy, childhood cancer, parents, perceptions, symptoms, treatment, radiotherapy
Αριθμός σελίδων
67
Ευρετήριο
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου
–
Εικονογραφημένη
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών
59
Ψηφιακά Αρχεία
Πρόσβαση από 29/05/2022
Μόνιμη διεύθυνση
https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/object/2967534
Δημοσίευση
Ακαδημαϊκή μονάδα
Σχολή Επιστημών Υγείας
Τμήμα Ιατρικής
ΠΜΣ Γενική και Εξειδικευμένη Παιδιατρική: Κλινική Πράξη και Έρευνα
Κατεύθυνση Γενική και Εξειδικευμένη Παιδιατρική: Κλινική Πράξη και Έρευνα
Βιβλιοθήκη κατάθεσης
Βιβλιοθήκη και Κέντρο Πληροφόρησης
Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας
Ημερομηνία κατάθεσης
23/09/2021
Έτος εκπόνησης
2021
Τριμελής Εξεταστική Επιτροπή
Σουλτάνα Σιαχανίδου (Επιβλέπουσα), Καθηγήτρια, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Μαρία-Ροζέ Πονς-Ροντρίγκεθ, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Αθανάσιος Μίχος, Αναπληρωτής Καθηγητής, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Πρωτότυπος Τίτλος
Σύγκριση αναλγητικής επίδρασης μητρικού γάλατος και διαλύματος γλυκόζης σε πρόωρα νεογνά
Γλώσσες εργασίας
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος
Comparison of analgesic effect between breastmilk and dextrose solution in preterm neonates
Περίληψη
Ελληνικά:
ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Η αποτελεσματική αντιμετώπιση του πόνου αποτελεί το επιθυμητό πρότυπο φροντίδας στα πρόωρα νεογνά, καθώς μπορεί να βελτιώσει την κλινική και νευροαναπτυξιακή έκβαση. Αν και ο νεογνικός πόνος μπορεί να αντιμετωπισθεί με διάφορες παρεμβάσεις, συμπεριλαμβανομένης και της χορήγησης διαλύματος με γλυκιά γεύση, δεν υπάρχει ομοφωνία για τα πρόωρα νεογνά σχετικά με το είδος της παρέμβασης. Ενώ η χρήση του μητρικού γάλακτος ως αναλγητικό πριν τη διενέργεια επώδυνων πράξεων έχει μελετηθεί επαρκώς σε τελειόμηνα νεογνά και βρέφη, στα πρόωρα τα δεδομένα είναι λιγότερα.
ΣΚΟΠΟΣ: Η μελέτη αποσκοπεί να διερευνήσει αν το μητρικό γάλα ως προληπτική παρέμβαση παρουσιάζει μεγαλύτερη αναλγητική επίδραση συγκρινόμενο με το διάλυμα γλυκόζης 10% σε πρόωρα νεογνά που υφίστανται σκαριφισμό της πτέρνας.
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: Η προοπτική μελέτη διενεργήθηκε στη ΜΕΝΝ του μαιευτηρίου ΙΑΣΩ. Περιλήφθηκαν κλινικά σταθερά πρόωρα νεογνά, που λάμβαναν γεύματα από το στόμα. Σε κάθε νεογνό, στο πλαίσιο της τακτικής νοσηλείας, έγινε σκαριφισμός της πτέρνας 2 φορές σε διαφορετική χρονική στιγμή. Προηγουμένως, χορηγήθηκε 0,2-0,5 ml/kg ΒΣ μη-τρικό γάλα είτε διάλυμα γλυκόζης 10% στο στόμα του νεογνού. Δύο ανεξάρτητοι παρατηρητές, τυφλοί ως προς το είδος της παρέμβασης, αξιολόγησαν την αντίδραση στο επώδυνο ερέθισμα με βάση την κλίμακα του πόνου premature infant pain profile (PIPP) σε χρόνους 0-1ο, 1ο-2ο, 2ο-3ο, 3ο-4ο και 4ο-5ο λεπτό μετά το επώδυνο ερέθισμα. Ο πρωταρχικός σκοπός ήταν η σύγκριση της βαθμολογίας PIPP στα νεογνά όταν έλαβαν μητρικό γάλα έναντι του διαλύματος γλυκόζης 10%. Δευτερεύουσες εκβάσεις αποτέλεσαν η σύγκριση των μεταβολών των καρδιακών σφύξεων και του κορεσμού οξυγόνου των προώρων, μετά την χορήγηση μητρικού γάλακτος ή διαλύματος γλυκόζης 10%.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Συνολικά 23 νεογνά με μέση ηλικία κύησης (ΗΚ) 31+5 εβδομάδες (εύρος 26+1-36+3εβδ) και μέσο βάρος γέννησης 1690γρ (εύρος 900-2500γρ) συμμετείχαν στη μελέτη. Τα νεογνά παρουσίασαν μικρότερη μέση τιμή της βαθμολογίας PIPP όταν χορηγήθηκε μητρικό γάλα σε σύγκριση με το διάλυμα γλυκόζης τόσο συνολικά (p<0,001) όσο και στις περιόδους 1ο-2ο, 2ο–3ο, 3ο-4ο, 4ο-5ο λεπτό μετά το επώδυνο ερέθισμα (p<0,05). Τόσο οι σφύξεις όσο και ο κορεσμός οξυγόνου των νεογνών επανήρθαν νωρίτερα στα βασικά επίπεδα όταν τα νεογνά έλαβαν μητρικό γάλα (p<0,05).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Η μελέτη μας έδειξε ότι το μητρικό γάλα πλεονεκτεί έναντι του δια-λύματος γλυκόζης 10% ως αναλγητική παρέμβαση, όταν χορηγείται πριν το σκαριφισμό της πτέρνας των πρόωρων νεογνών.
Αγγλικά ή άλλη γλώσσα:
BACKGROUND: he effective pain management is the desirable standard of care for preterm newborns, as it may improve their clinical and neurodevelopmental outcomes. Although, neonatal pain is manageable with a variety of interventions including oral solu-tions with sweet taste, there is no consensus on the treatment strategy regarding prema-ture neonates. Despite the use of breastmilk as analgesic before painful procedures has been studied adequately in term neonates and infants, the data are sparse in premature neonates.
AIM: The purpose of this trial was to investigate whether breastmilk as a prophylactic in-tervention, has a better analgesic effect compared with dextrose solution 10% in prema-ture neonates who are subject to heel lancing.
METHODOLOGY: Α prospective clinical trial was carried out in NICU of “IASO” Maternity Hospital. Clinically steady premature neonates, who were on oral feedings, were included. Each neonate, in the context of routine investigations during their NICU stay, underwent heel lancing, twice at different time points. Previously, 0,2-0,5 ml/kg of breastmilk or dex-trose solution 10% was given into their mouth. Two independent observers, blinded to the intervention, assessed Premature Infant Pain Profile (PIPP) at 5 periods between 0-1st, 1st-2nd,2nd -3rd, 3rd-4th and 4th-5th minute after the painful stimulus. The primary aim was to compare PIPP score in the neonates when they received breastmilk versus dextrose solu-tion. Secondary outcome were the comparison of heart rate and oxygen saturation change, before and after the painful stimulus when breastmilk or dextrose solution was given.
RESULTS: A total of 23 neonates with mean gestational age 31 weeks and 5 days (range 26+1-36+3 weeks) and mean birth weight 1690 gr (range 900-2500gr) were recruited. The neonates presented lower mean PIPP score, when they received breastmilk in comparison with dextrose solution, in total ((p< 0.001) and at periods between 1st -2nd, 2nd -3rd, 3rd-4th, 4th -5th minute after the painful stimulus (p<0,05). Both heart rate and oxygen saturation were restored earlier to baseline values, following administration of breastmilk in compari-son with dextrose solution (p<0,05).
CONCLUSIONS: Our study showed that breastmilk has an advantage over dextrose 10% as an analgesic intervention before heel lancing in preterm neonates.
Κύρια θεματική κατηγορία
Επιστήμες Υγείας
Λέξεις-κλειδιά
Ελληνικά:
Μητρικό γάλα, Διάλυμα γλυκόζης, Αναλγησία, Πρόωρα νεογνά
Αγγλικά ή άλλη γλώσσα:
Breastmilk, Glucose solution, Analgesia, Premature neonates
Αριθμός σελίδων
142
Ευρετήριο
Ναι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου
2
Εικονογραφημένη
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών
389
Ψηφιακά Αρχεία
Πρόσβαση από 30/09/2021
Μόνιμη διεύθυνση
https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/object/2922149
Δημοσίευση
Υπό δημοσίευση στο Περιοδικό Περιγεννητική Ιατρική και Νεογνολογία
Ακαδημαϊκή μονάδα
Σχολή Επιστημών Υγείας
Τμήμα Ιατρικής
ΠΜΣ Γενική και Εξειδικευμένη Παιδιατρική: Κλινική Πράξη και Έρευνα
Κατεύθυνση Γενική και Εξειδικευμένη Παιδιατρική: Κλινική Πράξη και Έρευνα
Βιβλιοθήκη κατάθεσης
Βιβλιοθήκη και Κέντρο Πληροφόρησης
Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας
Ημερομηνία κατάθεσης
19/03/2021
Έτος εκπόνησης
2021
Τριμελής Εξεταστική Επιτροπή
Περδικάρης Παντελέημων (Επιβλέπων), Επίκουρος καθηγητής Παιδιατρικής Νοσηλευτικής, Τμήμα Νοσηλευτικής, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου
Κουτελέκος Ιωάννης, Επίκουρος καθηγητής Νοσηλευτικής, Τμήμα Νοσηλευτικής, Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής
Μοσχόβη Μαρία, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Παιδιατρικής Αιματολογίας-Ογκολογίας, Τμήμα Ιατρικής, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Πρωτότυπος Τίτλος
Εκπαιδευτικές ανάγκες γονέων παιδιών με καρκίνο
Γλώσσες εργασίας
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος
Αγγλικά ή άλλη γλώσσα:
Parents’ educational needs whose children suffer from cancer
Περίληψη
Ελληνικά:
ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Η διάγνωση του καρκίνου σε ένα παιδί και η επακόλουθη θεραπεία του προκαλεί ιδιαίτερο άγχος στους γονείς. Παράλληλα, τα παιδιά ανήκουν μεταξύ των ομάδων ασθενών που δεν μπορούν να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες πληροφόρησης και εξαρτώνται από τις οικογένειές τους. Η ενημέρωση των γονέων για το σχέδιο διάγνωσης και θεραπείας του παιδιού βοηθά στην μείωση της αβεβαιότητας και τους άγχους τους, καθώς και στη φροντίδα του παιδιού στο σπίτι.
ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπός της παρούσας συστηματικής ανασκόπησης της διεθνούς βιβλιογραφίας ήταν να αναδείξει και να καταγράψει τις εκπαιδευτικές ανάγκες των γονέων παιδιών και εφήβων με καρκίνο σχετικά με την ενημέρωση και το είδος των πληροφοριών που έχουν ή/και αποκτούν για την νόσο, τη θεραπεία, τις επιπλοκές και την πρόγνωση, καθώς και των παραγόντων που επηρεάζουν τις ανάγκες αυτές.
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: Πραγματοποιήθηκε συστηματική ανασκόπηση της διεθνούς βιβλιογραφίας στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων PubMed, Cinahl και Scopus με τις ακόλουθες λέξεις κλειδιά: education (εκπαίδευση), educational needs (εκπαιδευτικές ανάγκες) pediatric cancer (παιδικός καρκίνος), family (οικογένεια) και parents (γονείς). τα κριτήρια επιλογής – αποκλεισμού των άρθρων για συμπερίληψη στην παρούσα ανασκόπηση ήταν τα εξής: (1) οι μελέτες να αφορούν σε γονείς παιδιών, ηλικίας έως 18 ετών με επιβεβαιωμένη ιστολογικά διάγνωση καρκίνου, (2) να αφορούν σε ανίχνευση των εκπαιδευτικών αναγκών γονέων με παιδιά με καρκίνο, (3) η έκβαση των μελετών να είναι οι εκπαιδευτικές ανάγκες και η βελτίωση της παρεχόμενης φροντίδας και της ποιότητας ζωής τόσο των ίδιων των γονέων, όσο και των παιδιών, (4) οι μελέτες να είναι πρωτογενείς δημοσιευμένες από 01/01/2014 έως 31/12/2019 και γραμμένες στην αγγλική ή ελληνική γλώσσα.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Από την ηλεκτρονική αναζήτηση της διεθνούς βιβλιογραφίας, προέκυψαν 255 μελέτες, εκ των οποίων οι 9 συμπεριελήφθησαν στην ανασκόπηση. Τρείς από τις μελέτης ήταν συγχρονικές, 3 ποιοτικές, 2 μελέτες παρέμβασης και μία μικτή. Το δείγμα των γονέων κυμαινόταν από 8 έως 209 γονείς. Οι γονείς είχαν ανάγκη από πολύπλευρη ενημέρωση, που θα αφορούσε τη διάγνωση, τη θεραπεία, την ιατρική φροντίδα των παιδιών και πληροφορίες σχετικά με τη ψυχοσυναισθηματική προσαρμογή του παιδιού και της οικογένειας. Σε μία μελέτη βρέθηκε ότι οι γονείς είχαν έλλειμμα γνώσεων σχετικά την πρόληψη των λοιμώξεων σχετιζόμενων με το καθετήρα και δεν γνώριζαν τα συμπτώματα της λοίμωξης. Επίσης, βρέθηκε ότι σημαντικό ρόλο στην εκπαίδευση των γονέων διαδραματίζουν οι νοσηλευτές.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Η αναγνώριση των εκπαιδευτικών αναγκών είναι ιδιαίτερη σημαντική για την παροχή αποτελεσματικής και ολοκληρωμένης ενημέρωσης των γονέων και κατά συνέπεια αποτελεί βασικό παράγοντα για την επιτυχία της θεραπείας.
Αγγλικά ή άλλη γλώσσα:
BACKGROUND: A cancer diagnosis in a child and its subsequent treatment are particularly stressful for parents. At the same time, the children are among the groups of patients who cannot meet their own information needs and are dependent on their families. Educating parents about the child’s diagnosis and treatment plan helps to relieve their uncertainty and anxiety, as well as to take care of their child at home.
AIM: The purpose of this systematic review of the international literature was to highlight and record the educational needs of parents of children and adolescents with cancer regarding the information that they have and / or need to acquire about the disease, treatment, complications and prognosis, and to examine the factors that affect these needs.
METHODOLOGY: International bibliography was searched on the electronic databases PubMed, Cinahl and Scopus with the following keywords: education, family needs, educational needs, pediatric cancer and parents. The criteria for selecting – excluding articles were: (1) studies on parents of children < 18 years of age with a confirmed cancer diagnosis, (2) studies to identify the educational needs of parents with children with cancer, (3) the outcome of the studies should be the educational needs and the improvement of the provided care and of the quality of life of parents and the children, (4) the studies should be primary and be published from 01/01/ 2014 to 31/12/2019 and written in English or Greek.
RESULTS: From the search of the international literature, 255 studies emerged, 9 of which were included in the review. Three of the studies were cross-sectional, 3 qualitative, 2 intervention studies and one mixed method. The parental sample ranged from 8 to 209 parents. Parents needed multifaceted information regarding diagnosis, treatment, medical care, and information about the child’s and family’s psycho-emotional adjustment. One study found that parents had a lack of knowledge about catheter-related infections and were unaware of the symptoms of the infection. It was also found that nurses play an important role in parental education.
CONCLUSIONS: The recognition of educational needs is particularly important to provide effective and comprehensive parental information and is therefore a key factor in the success of treatment.
Κύρια θεματική κατηγορία
Επιστήμες Υγείας
Λέξεις-κλειδιά
Ελληνικά:
Ανάγκες ενημέρωσης, Γονείς, Εκπαιδευτικές ανάγκες, Καρκίνος της παιδικής ηλικίας
Αγγλικά ή άλλη γλώσσα:
Childhood cancer, Educational needs, information needs, parents
Αριθμός σελίδων
82
Ευρετήριο
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου
0
Εικονογραφημένη
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών
96
Ψηφιακά Αρχεία
Πρόσβαση από 19/09/2021
Μόνιμη διεύθυνση
https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/object/2922149
Δημοσίευση
Ακαδημαϊκή μονάδα
Σχολή Επιστημών Υγείας
Τμήμα Ιατρικής
ΠΜΣ Γενική και Εξειδικευμένη Παιδιατρική: Κλινική Πράξη και Έρευνα
Κατεύθυνση Γενική και Εξειδικευμένη Παιδιατρική: Κλινική Πράξη και Έρευνα
Βιβλιοθήκη κατάθεσης
Βιβλιοθήκη και Κέντρο Πληροφόρησης
Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας
Ημερομηνία κατάθεσης
14/07/2021
Έτος εκπόνησης
2021
Τριμελής Εξεταστική Επιτροπή
Ευαγγελία Χαρμανδάρη (Επιβλέπουσα), Καθηγήτρια, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Γεράσιμος Κολαΐτης, Καθηγητής, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Φλώρα Μπακοπούλου, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Πρωτότυπος Τίτλος
Ψυχική υγεία σε υπέρβαρα και παχύσαρκα παιδιά
Γλώσσες εργασίας
Ελληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος
Mental Health of Overweight and Obese Children
Περίληψη
Ελληνικά:
ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Η παχυσαρκία κατά την παιδική και εφηβική ηλικία και τα προβλήματα ψυχικής υγείας στους νέους έχουν αναγνωριστεί ως σημαντικά προβλήματα δημόσιας υγείας στον Ελληνικό πληθυσμό. Μελέτες δείχνουν αλληλεπιδράσεις και κοινές οδούς μεταξύ της παχυσαρκίας και των προβλημάτων ψυχικής υγείας στους νέους, υποδηλώνοντας ότι η επιτυχής θεραπεία θα πρέπει ιδανικά να στοχεύει σε κοινούς υποκείμενους μηχανισμούς.
ΣΚΟΠΟΣ: Η καταγραφή και αξιολόγηση των προβλημάτων σωματικής και ψυχικής υγείας των παιδιών µε αυξημένο σωματικό βάρος στην Ελλάδα ένα χρόνο μετά τη χρήση ενός εξατομικευμένου προγράμματος διατροφής και άσκησης.
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: Μελετήθηκαν 111 ασθενείς, ηλικίας 6-15 ετών, με δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) > 90η Ε.Θ. με τη χορήγηση ερωτηματολογίων για την αξιολόγηση της ψυχικής υγείας κατά την πρώτη επίσκεψη στο Ιατρείο Αντιμετώπισης Αυξημένου Βάρους Σώματος και ένα χρόνο μετά την εφαρμογή ενός εξατομικευμένου προγράμματος διατροφής και σωματικής δραστηριότητας. Κατά την πρώτη επίσκεψη έγινε πλήρης κλινική εξέταση και εργαστηριακός έλεγχος των ασθενών, και δόθηκαν οδηγίες για σωστή διατροφή και άσκηση. Για την αξιολόγηση της ψυχικής υγείας χρησιμοποιήθηκαν για τα παιδιά, το ανιχνευτικό εργαλείο για τις ανησυχίες που σχετίζονται με το άγχος του παιδιού (S.C.A.R.E.D.), το ερωτηματολόγιο για την ανίχνευση της κατάθλιψης των παιδιών (C.D.I.) και η έκθεση αυτοαναφοράς των νέων (Y.S.R.), ενώ για τους γονείς χρησιμοποιήθηκε η λίστα ερωτήσεων ελέγχου συμπεριφοράς παιδιού (C.B.C.L.) και το ανιχνευτικό εργαλείο (S.C.A.R.E.D.).
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης ο ΔΜΣ παρέμεινε σταθερός, ωστόσο υπήρξε βελτίωση των καρδιομεταβολικών δεικτών. Δεν παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στη βαθμολογία στα ερωτηματολόγια SCARED και CDI στα παιδιά, ενώ από τη μεριά των γονέων, το ερωτηματολόγιο CBCL υπέδειξε σημαντικές μειώσεις στις βαθμολογίες των σωματικών ενοχλήσεων (p=0.032) και προβλημάτων (p=0.006). Σημαντικά χαμηλότερες ήταν οι βαθμολογίες στο ερωτηματολόγιο SCARED κατά τη διάρκεια των 12 μηνών της μελέτης.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Τα αποτελέσματα της μελέτης υπογραμμίζουν τη σημασία ενός εξατομικευμένου προγράμματος διατροφής και άσκησης στην μείωση των καρδιομεταβολικών παραγόντων κινδύνου και στην βελτίωση της ψυχικής υγείας παιδιών και εφήβων με αυξημένο βάρος σώματος.
Αγγλικά ή άλλη γλώσσα:
BACKGROUND: Childhood obesity and mental health problems in young people have been recognized as important public health issues in the Greek population. Studies show interactions and commonalities between obesity and mental health problems in young people, suggesting that successful treatment should ideally target their common underlying mechanisms.
AIM: To evaluate physical and mental health problems of children and adolescents with overweight and obesity before and one year after the implementation of a personalized intervention program of healthy diet and physical exercise.
METHODOLOGY: One hundred eleven (n=111) children and adolescents, aged 6-15 years with body mass index (BMI) > 90th were studied prospectively before and one year after the implementation of a personalized intervention program of healthy diet and physical exercise. During the first visit, all patients underwent a full clinical examination and laboratory evaluation and were given advice on appropriate diet and exercise. To assess mental health, the Screen for Child Anxiety Related Emotional Disorders (SCARED), the questionnaire to detect child depression (CDI) and the report on youth self-report (YSR) were used, while for parents the Child Behavior CheckList (CBCL) and the screening tool SCARED-parent version were used.
RESULTS: During the follow-up, BMI remained constant, however there was a significant improvement in cardiometabolic risk factors. No statistically significant differences were observed in the SCARED and CDI scores in children, while the CBCL questionnaire showed significant reductions in body discomfort (p = 0.032) and somatic problem (p = 0.006) scores and significantly lower scores in the SCARED questionnaire during the 12 months of the study.
CONCLUSIONS: These findings indicate that the implementation of a personalized intervention program of diet and physical exercise for one year results in a significant improvement in cardiometabolic problems and mental health of children and adolescents with overweight and obesity.
Κύρια θεματική κατηγορία
Επιστήμες Υγείας
Λέξεις-κλειδιά
Ελληνικά:
Παιδική παχυσαρκία, παιδική κατάθλιψη, αγχώδης διαταραχή
Αγγλικά ή άλλη γλώσσα:
Childhood obesity, childhood depression, anxiety disorders
Αριθμός σελίδων
74
Ευρετήριο
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου
0
Εικονογραφημένη
Όχι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών
77
Ψηφιακά Αρχεία
Πρόσβαση από 14/07/2021
Μόνιμη διεύθυνση
https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/object/2922149
Δημοσίευση
Υπό δημοσίευση
Ακαδημαϊκή μονάδα
Σχολή Επιστημών Υγείας
Τμήμα Ιατρικής
ΠΜΣ Γενική και Εξειδικευμένη Παιδιατρική: Κλινική Πράξη και Έρευνα
Κατεύθυνση Γενική και Εξειδικευμένη Παιδιατρική: Κλινική Πράξη και Έρευνα
Βιβλιοθήκη κατάθεσης
Βιβλιοθήκη και Κέντρο Πληροφόρησης
Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας
Ημερομηνία κατάθεσης
22/12/2021
Έτος εκπόνησης
2021
Τριμελής Εξεταστική Επιτροπή
Ιωάννης Κουτελέκος, Επίκουρος Καθηγητής, Τμήμα Νοσηλευτικής, Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής
Ευαγγελία Χαρμανδάρη, Καθηγήτρια, Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ
Ελένη Ευαγγέλου, Καθηγήτρια, Τμήμα Νοσηλευτικής, Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής
Πρωτότυπος Τίτλος
Προσδοκίες παιδιών, εφήβων και νεαρών ενηλίκων μετά από μεταμόσχευση αρχέγονων αιμοποιητικών κυττάρων
Γλώσσες εργασίας
Eλληνικά
Μεταφρασμένος τίτλος
Expectations for life among adolescent, children and youngster undergoing hematopoietic stem cell transplantation
Περίληψη
Ελληνικά:
ΕΙΣΑΓΩΓΗ: H μεταμόσχευση αρχέγονων αιμοποιητικών κυττάρων (HCT) παραμένει ως ένας από τους σημαντικότερους θεραπευτικούς τρόπους αντιμετώπισης για πολλές κακοήθεις και μη κακοήθεις αιματολογικές ασθένειες. Σημαντικό ρόλο στην επιτυχή έκβαση της μεταμόσχευσης έχει η ψυχολογική κατάσταση του ασθενούς, ειδικά όταν πρόκειται για παιδί, έφηβο ή νεαρό ενήλικα. Παράγοντες που επιβαρύνουν την υγεία των ασθενών αποτελούν η νόσος, η επιδείνωση της ποιότητας της ζωής, οι συχνές νοσηλείες και η διάψευση των προσδοκιών.
ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπός της ερευνητικής μελέτης ήταν να διερευνηθούν οι προσδοκίες των παιδιών, εφήβων και νεαρών ενηλίκων που έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση αρχέγονων αιμοποιητικών κυττάρων.
ΥΛΙΚΟ-ΜΕΘΟΔΟΣ: Το δείγμα της μελέτης αποτέλεσαν 100 παιδιά, έφηβοι και νεαροί ενήλικες που είχαν νεοπλασματική νόσο και που πλέον προσέρχονται για παρακολούθηση μετά την μεταμόσχευση αρχέγονων αιμοποιητικών κυττάρων στην «Ογκολογική Μονάδα Παίδων Μαριάννα Β. Βαρδινογιάννη – Ελπίδα». Η συλλογή δεδομένων πραγματοποιήθηκε την περίοδο άνοιξη 2019 έως 2020 μετά από έγκριση του Νοσοκομείου χρησιμοποιώντας το ερωτηματολόγιο προσδοκιών, μαζί με ένα ειδικό ερωτηματολόγιο που αφορούσε την ενημέρωση για την υγεία, τις διαδικασίες μεταμόσχευσης, τις επιπλοκές, την ικανοποίηση, την ψυχική υγεία, την ενημέρωση για μελλοντικές συνέπειες μετά από την μεταμόσχευση αρχέγονων αιμοποιητικών κυττάρων, καθώς τα κοινωνικο-δημογραφικά και κλινικά χαρακτηριστικά των παιδιών και εφήβων και νεαρών ενηλίκων. Για την ανάλυση των αποτελεσμάτων χρησιμοποιήθηκε η παραγοντική ανάλυση, t-test, Mann-Whitney, ανάλυση διακύμανσης και Kruskal-Wallis test με χρήση του στατιστικού προγράμματος SPSS 25.0.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Το δείγμα αποτελούταν από 55 αγόρια (55 %) και 45 κορίτσια (45%) τα περισσότερα ήταν ηλικίας 7-12 (61%) ετών Ελληνικής καταγωγής στο μεγαλύτερο ποσοστό (88,8 %). Ως προς τα κλινικά χαρακτηριστικά, η πλειοψηφία του δείγματος νοσούσε από αιματολογική κακοήθεια (73%). Πριν την μεταμόσχευση αρχέγονων αιμοποιητικών κυττάρων τα περισσότερα παιδιά και έφηβοι και νεαροί ενήλικες έλαβαν θεραπεία (85,3%), ενώ η ηλικία μεταμόσχευσης τους έγινε έως 10 ετών (63,9%) σε σύντομο χρονικό διάστημα αναμονής για τη μεταμόσχευση έως 6 μήνες (73,9%) κυρίως από συγγενείς δότες (47%). Τα αποτελέσματα ανάλυσης κυρίων συνιστωσών στις προσδοκίες έδειξε συνολικό συντελεστή εσωτερικής συνάφειας Cronbach’s alpha=0,82, ενώ στο άλλο ερωτηματολόγιο το Cronbach’s alpha=0,73. Η στατιστικά σημαντική διαφορά παρατηρήθηκε στην οικογενειακή προοπτική και πιο συγκεκριμένα, οι ασθενείς που είχαν λάβει θεραπεία έχουν μεγαλύτερες προσδοκίες για τη δημιουργία οικογένειας (p = 0,005), ενώ άλλη στατιστική σημαντική διαφορά που βρέθηκε ήταν στην ενημέρωση για την υγεία και το εξιτήριο και πιο συγκεκριμένα, οι ασθενείς που είχαν λάβει μόσχευμα από συγγενή δότη είχαν καλύτερη ενημέρωση (p = 0,037).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Η διερεύνηση των προσδοκιών των παιδιών, εφήβων και νεαρών ενηλίκων που έχουν υποβληθεί σε μεταμόσχευση αρχέγονων αιμοποιητικών κυττάρων χρειάζεται τη συμβολή μιας ευρύτερης διεπιστημονικής ομάδας, καθώς και την συνεχιζόμενη εκπαίδευση του υγειονομικού προσωπικού σε εξατομικευμένα προγράμματα έγκαιρης ανίχνευσης ψυχολογικών και ψυχοκοινωνικών θεμάτων, που να βελτιώνουν την ποιότητα της παρεχόμενης ιατρονοσηλευτικής φροντίδας υγείας.
Αγγλικά ή άλλη γλώσσα:
INTRODUCTION: Hematopoietic stem cell transplantation remains one of the most important treatments for many malignant and non-malignant hematological diseases. The psychological state of the patient plays an important role in the successful outcome of the transplant, especially when it comes to a child, adolescent or young adult. Factors that affect the health of patients are the disease, the deterioration of the quality of life, the frequent hospitalizations and the refutation of expectations.
AIM OF THE STUDY: The aim of the research study was to investigate the expectations of children, adolescents and young adults who have undergone hematopoietic stem cell transplantation.
MATERIAL-METHODS: The sample of the study consisted of 100 children, adolescents and young adults who had neoplastic disease and who now come for follow-up after hematopoietic stem cell transplantation in the “Pediatric Oncology Unit Marianna V. Vardinogianni – Elpida”. The data collection took place in the spring period 2019 to 2020 after the approval of the Hospital using the expectation questionnaire, together with a special questionnaire concerning health information, transplant procedures, complications, satisfaction, mental health, information on future consequences after hematopoietic stem cell transplantation, as well as the socio-demographic and clinical characteristics of children and adolescents and young adults. Factor analysis, t-test, Mann-Whitney, analysis of variance (ANOVA) and Kruskal-Wallis test were used to analyze the results using the statistical program SPSS 25.0.
RESULTS: The sample consisted of 55 boys (55%) and 45 girls (45%) most of whom were aged 7-12 (61%) years and with Greek origin in the majority of them (88.8%). In terms of clinical features, the majority of the sample had hematologic malignancy (73%). Prior to hematopoietic stem cell transplantation, most children, adolescents and young adults received treatment (85.3%), while the age of transplantation was up to 10 years (63.9%) with a short waiting period for transplantation of up to 6 months (73.9%) mainly from relative donors (47%). The results of the analysis of the principal component analysis of the expectations showed a total internal relevance factor of Cronbach’s alpha = 0.82, while in the other questionnaire Cronbach’s alpha = 0.73. The statistically significant difference was observed in the family perspective and more specifically, the patients who had received treatment have higher expectations for starting a family (p = 0.005), while another statistically significant difference was found in health information and discharge and more specifically, patients who had received a transplant from a relative donor had better information (p = 0.037).
CONCLUSIONS: Investigating the expectations of children, adolescents, and young adults who have undergone hematopoietic stem cell transplants could be used to assess their current psychosocial status, and to improve the quality of their provided inpatient health care.
Κύρια θεματική κατηγορία
Επιστήμες Υγείας
Λέξεις-κλειδιά
Ελληνικά:
Μεταμόσχευση, Προσδοκίες, Παράγοντες, Έρευνα, Ψυχοκοινωνικά
Αγγλικά ή άλλη γλώσσα:
Transplant, Expectations, Factors, Research, Psychosocia
Αριθμός σελίδων
87
Ευρετήριο
Όχι
Αρ. σελίδων ευρετηρίου
–
Εικονογραφημένη
Ναι
Αρ. βιβλιογραφικών αναφορών
92
Ψηφιακά Αρχεία
Έχει κατατεθεί το πλήρες κείμενο σε μορφή PDF
Μόνιμη διεύθυνση
https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/object/2967534
Δημοσίευση
Υπό δημοσίευση στο Περιοδικό Περιεγχειρητική Νοσηλευτική